Ποιο πιστοποιητικό Αγγλικών είναι κατάλληλο για μένα;

Ποιο πιστοποιητικό Αγγλικών είναι κατάλληλο για μένα;

Στην σημερινή πραγματικότητα, με την πληθώρα αναγνωρισμένων πιστοποιητικών που διατίθενται στην αγορά είναι πολύ δύσκολο να εντοπίσει ο κάθε υποψήφιος ξεχωριστά ποιο είναι το κατάλληλο πιστοποιητικό για αυτόν. Μου κάνουν πολλές φορές αυτήν την ερώτηση. Άλλοι πάλι, επηρεασμένοι από τα γνωστά πιστοποιητικά μιας παλαιότερης εποχής, ζητούν κάτι συγκεκριμένο, χωρίς να γνωρίζουν όμως τις άλλες εναλλακτικές που έχουν στη διάθεσή τους. ΔΕΝ θα ονοματίσω συγκεκριμένα πιστοποιητικά πέραν των κλασικών (για να μη θεωρηθεί ότι κάνω διαφήμιση ή δυσφήμιση), θα προσπαθήσω όμως να είμαι πολύ ακριβής σχετικά με το τι πρέπει κανείς να προσέξει στην επιλογή κάποιου πιστοποιητικού βάσει των δικών του αναγκών – για ποιο ΛΟΓΟ δηλαδή εκείνος ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ χρειάζεται την πιστοποίηση:  είναι άλλο εάν θέλει να κάνει Αγγλόφωνες σπουδές, άλλο αν θέλει να αιτηθεί στο δημόσιο, άλλο αν θέλει να κάνει διδακτορικό σε Ελληνικό ίδρυμα, άλλο αν θέλει να εργαστεί στο εξωτερικό, άλλο αν θέλει να εγγραφεί στον Ιατρικό ή Δικηγορικό σύλλογο της Μεγάλης Βρετανίας,  και άλλο αν θέλει να προσθέσει προσόντα για την αναζήτηση εργασίας στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα.

Ποια είναι τα επίπεδα Γλωσσομάθειας;

Κάποτε λέγαμε ‘lower’ και ‘proficiency’. Αν και οι όροι αυτοί είναι ακόμα δόκιμοι  από το 2001 εγκρίθηκε Ευρωπαϊκά η θέσπιση των επιπέδων γλωσσομάθειας (από το Common European Framework of Reference for Languages: Learning, Teaching, Assessment,[1] abbreviated in English as CEFR or CEF or CEFRL).

Τα επίπεδα αυτά δημιουργήθηκαν για να υπάρχει μια κοινή Ευρωπαική κατάταξη (κοινή γλώσσα) σχετικά με το τι σημαίνει να έχω ένα πιστοποιητικό. Η έμφαση δόθηκε πρώτη φορά σχεδόν στην επικοινωνία και στις δεξιότητες: Σε αυτό που ονόμασαν ‘I can do ‘ lists, δηλαδή ‘τι μπορώ να κάνω’. Π.χ. ‘Μπορώ να παραγγείλω σε ένα εστιατόριο’, ‘Μπορώ να διαμεσολαβήσω για να κάνει ένας ξένος κράτηση σε ξενοδοχείο της χώρας μου’ κλπ. Αυτά τα επίπεδα ορίστηκαν ως εξής: Α1-Α2, Β1-Β2 (το γνωστό lower), Γ1-Γ2 (το γνωστό proficiency).

Άρα, είναι όλα τα πιστοποιητικά ίδια, ανεξαρτήτως από τον φορέα που τα χορηγεί;

Υποτίθεται ότι ένα πιστοποιητικό ενός φορέα, πχ. επιπέδου Γ1 είναι το ίδιο με άλλο πιστοποιητικό επιπέδου Γ1 ενός άλλου φορέα. Αυτό, δυστυχώς απέχει μακράν από την αλήθεια. Με ρωτάνε ποια είναι τα ‘αναγνωρισμένα’ πιστοποιητικά. Τι σημαίνει ‘αναγνωρισμένα’, όμως; Από ποιον; Για ποιο πράγμα; Στην Ελλάδα εννοείται ‘αναγνωρισμένο’ ένα πιστοποιητικό που βρίσκεται στην λίστα του δημοσίου, του ΑΣΕΠ. Είναι όμως; Τα πιστοποιητικά που απαρτίζουν αυτή τη λίστα αφορούν αποκλειστικά τον Ελληνικό δημόσιο τομέα. Δηλαδή φέρουν μόρια τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς όταν κάνει αίτηση σε διαγωνισμό του δημοσίου ή θέλει να αποδείξει τη γλωσσική του επάρκεια για να κάνει μεταπτυχιακές σπουδές. Και πάλι όμως θέλει προσοχή. Είχα μαθητή που επιθυμούσε να κάνει διδακτορικό σε μεγάλο δημόσιο πανεπιστήμιο της Αττικής και δεν δέχονταν κάποια από αυτά τα πιστοποιητικά που θεωρούνται ‘εύκολα’ (αλλά με κάποιο τρόπο κατάφεραν να μπουν στην εν λόγω λίστα των ‘αναγνωρισμένων’ πισοποιητικών).

Bottom line: Χρειάζεται τεράστια προσοχή να δώσουμε στο που πρέπει να παρουσιάσουμε ένα πιστοποιητικό και ο οργανισμός αυτός τι κρίνει ως αποδεκτό.

Ποιες οι βασικές διαφορές;

Δεν μπορώ να ονοματίσω πιστοποιητικά σε ένα δημόσιο άρθρο. Θα δώσω όμως κάποιες κατευθυντήριες. Γενικά, η φιλοσοφία των Βρετανικών πιστοποιητικών είναι πιο οργανική, πιο ατόφια και η προσέγγιση πιο πολύ αυτής της αληθινής γλώσσας που μιλιέται καθημερινά. Για αυτό και συγκριτικά με τα Αμερικανικά η έμφαση στις ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής είναι μικρότερη (αλλά μεγαλύτερη από ό,τι στο παρελθόν). Ωστόσο, προσοχή!! Κάποια από αυτά που διατείνονται ότι είναι Γ2 στην πραγματικότητα δεν καλύπτουν ούτε καν ένα Β2 επίπεδο. Αυτό, για μια προαγωγή στο δημόσιο είναι αδιάφορο. Αλλά για μια ιδιωτική επιχείρηση που πρέπει ο υποψήφιος εργαζόμενος να επιδείξει δεξιότητα και γνώση στα Αγγλικά, είναι υψίστης σημασίας (και όλεθρος όταν γίνει αντιληπτό) εάν φανεί πως ο έχων Γ2 υποψήφιος, κάθε άλλο παρά δεξιότητες Γ2 διαθέτει.

Τι να προσέξω;

Να προσέξεις χώρους εκμάθησης (φροντιστήρια, ΚΞΓ (Κέντρα Ξένων Γλωσσών), ιδιαίτερα μαθήματα Αγγλικών που σου λένε ‘θα κάνουμε ύλη Γ2 και μετά θα επιλέξουμε το πιστοποιητικό’. Ή που λένε ‘το τμήμα κάνει γλώσσα επιπέδου Γ2 και ο κάθε μαθητής παίρνει υλικό σχετικό με την εξέταση που τον ενδιαφέρει’. Αυτά, για να μην τα χαρακτηρίσω αλλιώς είναι επιεικώς ανακρίβειες. Δεν γίνεται να θέλεις να δώσεις για Cambridge Proficiency και να κάνεις υλικό ‘γενικά’ για Γ2. Το όλο στήσιμο, οι δεξιότητες που οφείλεις να επιδείξεις στο Cambridge απαιτούν μακρά πείρα στο είδος των ασκήσεων αυτών, κάτι το οποίο δεν χρειάζεται κάποιος, που, π.χ. επιθυμεί να δώσει Michigan ECPE (proficiency). Το Michigan θέλει άλλες πάλι δεξιότητες, που κι αυτές θέλουν τον χρόνο τους. Βεβαίως και η προετοιμασία για ορισμένα πιστοποιητικά μπορεί να είναι κοινή, λόγου χάρη μπορεί να γίνει  το εξής γκρουπάρισμα: Michigan & TOEIC επειδή έχουν την ίδια φιλοσοφία στο υπόβαθρό τους.

Τι κάνω εγώ στα Ιδιαίτερα Μαθήματα Αγγλικών;

Προσωπικά, στο Κέντρο Ιδιαίτερων Μαθημάτων μου, στα μικρά γκρουπ μπαίνει αποκλειστικά κάποιος που επιθυμεί να δώσει για κάποιο Αμερικανικό πιστοποιητικό, π.χ, ECCE ή ECPE. Δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να συμμετάσχει κάποιος που επιθυμεί το CPE. Με αυτό ασχολούμαι μόνο σε ατομικά μαθήματα.

Πώς ξέρω πότε θα είμαι έτοιμος;

Να καταλάβουμε επιτέλους ότι, εάν μιλάμε για ενήλικες μαθητές αυτό δεν μπορεί να το ξέρει κανείς. Ο κάθε χώρος – ανάλογα πόσα μαθήματα χρειάζεται να καλύψει ή πόσες θέσεις σε γκρουπ πρέπει να καλύψει για να έχει οικονομικό όφελος – λέει στο κάθε σπουδαστή μετά από κάποιο placement test (στους πιο σοβαρούς χώρους αυτό το τελευταίο) ότι χρειάζεται …τόσος καιρός. Είναι ανακριβές. ΜΟΝΟ κάνοντας ένα αυθεντικό practice test ή past paper μπορεί κανείς να μάθει την απόσταση που έχει να διανύσει προκειμένου να περάσει. Ο κάθε ενήλικας έχει άλλες καταβολές, άλλες εμπειρίες. Π.χ  μπορεί κάποιος να μην έχει πάρει lower αλλά να εργάζεται χρόνια με την Αγγλική γλώσσα στη δουλειά του. Είναι δυνατό να είναι αυτός στην ίδια μοίρα με κάποιον που είναι 40 χρονών, έκανε ένα lower στα 15 και έκτοτε δεν έχει ξαναδεί Αγγλικά μπροστά του; Ο κάθε ενήλικας λοιπόν έχει άλλες ανάγκες και άλλα κενά να καλύψει. Για αυτό και για μένα είναι σχεδόν αδύνατο να γκρουπαριστεί σε προ-διαμορφωμένα μαθήματα/τμήματα μεγάλων φροντιστηρίων ενηλίκων.

Μετά, βασικό ρόλο – ως προς το πότε θα είναι έτοιμος – παίζει η δυνατότητα – χρονικά και ενεργειακά – ενασχόλησης (αρνούμαι να πω ΄διάβασμα’) με την γλώσσα που μπορεί να έχει, σε καθημερινή βάση.

Χριστίνα

Comments for this post are closed.